Πέμπτη 29 Σεπτεμβρίου 2011

Γραπτές παρεμβάσεις στην εκδήλωση-συζήτηση της 19 Νοέμβρη στη Λάρισα με θέμα «Δίκες της νεολαίας με τον τρομονόμο: Παραλογισμός ή συνειδητή επιλογή; Η κοινωνία πρέπει να υπερασπίσει το μέλλον της»


ΔΗΛΩΣΗ-ΘΕΣΗ
Χωρίς να υπεισέρχομαι στα πραγματικά γεγονότα και στο ανακριτικό υλικό, θέλω να επισημάνω τα εξής:
1 Η επανάσταση της πληροφορικής τεχνολογίας κατέστησε τον κόσμο πιο επι¬κίνδυνο και την ελευθερία πιο ευάλωτη.
Μία σκεπτικιστική δημοκρατία αναδύεται μέσα από την κρίση του Κράτους -Έθνους , μια κοινωνική δημοκρατία, που αναζητεί νέους τρόπους να διαχει¬ριστεί και κυρίως να υπερασπιστεί τα δικαιώματα των ανθρώπων και των πολιτών .
Τρομονόμοι, διαφθορά, αστυνομοκρατία, κοινωνικοί αποκλεισμοί, εγκλημα¬τικότητα, περιθωριοποίηση συνοδεύουν ιην έκπτωση του Κράτους Δικαίου και του Κράτους Πρόνοιας .
Το κοινωνικό κράτος -μέσα σ ένα δημοκρατικό παράδοξο- χαρακτηρίζεται «επαχθές φρούριο» και σιγά-σιγά απονομιμοποιείται η ίδια η Δημοκρατία καθώς χάνεται η αναγκαία συναίνεση ,
Δύσκολη είναι πλέον η διάκριση ανάμεσα σε παράγοντες ενδογενούς ή εξωγενούς φθοράς και κρίσης της Δημοκρατίας.
Μέσα από τη σύγκρουση της δημοκρατικής αρχής με τη συχνά μη-νομιμοποιημένη εξουσία, προβάλλουν αιτήματα για την προστασία ατομικών και πολιτικών ελευθεριών τα οποία όμως διαψεύδονται ή ακυρώνονται κα¬θώς έχει απωλεσθεί η γενικευμένη εμπιστοσύνη στο πολιτικό σύστημα και έχει αρθεί η συναίνεση.

Κρίση νομιμοποίησης —> κρίση εξουσίας ---> κρίση δημοκρατίας καταλήγουν έτσι στη διάσπαση της κοινωνικής συνοχής, τη μείωση της πολιτικής δύνα¬μης για συμμόρφωση.
Η ιδεολογική - «νομιμοποιητική» λειτουργία του δικαίου υποχωρεί, ενώπιον της κανονιστικής - καταναγκαστικής και η χρήση βίας καθίσταται αναγκαίο κακό για τη σταθεροποίηση της εξουσίας.
Ούτε η παθητική συναίνεση ή η πολιτική απάθεια έχουν θέση στη δημοκρατι¬κή νομιμοποίηση ή στην υποκατάσταση δημοκρατικών διαδικασιών.
Η «προκρούστεια συναίνεση» δεν δικαιολογεί, ούτε κρατικές αποκλίσεις, ούτε ιδιωτικές εξουσίες.


Η μορφή (ποιότητα) αλλά και η σταθερότητα της Δημοκρατίας συναρτάται με την ένσταση σύγκρουσης «του τομέα συναίνεσης με τον τομέα διαμάχης».
Η κοινωνία της επιτήρησης, η αντιτρομοκρατική νομοθεσία, τα πολιτικά σκάνδαλα, η τηλεοπτική επικυριαρχία (και ανθρωποφαγία) συγκροτούν αυτό το πεδίο συγκρούσεων.
Το ηθικό υπόβαθρο της Δικαιοσύνης υπονομεύεται από την πολιτική διαφθορά, τα δικαιώματα (ακόμα και η ιδιότητα) του πολίτη κινδυνεύουν, οι ελευθερίες σχετικοποιούνται, η κοινωνική δικαιοσύνη παίρνει χαρακτηριστικά «λογιστηρίου» και τελικά δεν διαμορφώνονται οι όροι για μια πολιτική του κοινού αγαθού

Οι outsiders εκλαμβάνονται ως εχθροί του συστήματος και αντιμετωπίζονται με θεσμούς, νόμους και μέτρα «εξαιρετικών περιστάσεων>> και «έκτακτης ανάγκης». Και το μέγα θέμα είναι ότι αν και σήμερα οι «εκτός» συνιστούν την πλειοψηφία, έχουν τεθεί υπό τον έλεγχο (πολιτικό, κοινωνικό,, αστυνομικό, ηλεκτρονικό) της Νέας Τάξης πραγμάτων.
Η δημοκρατία -όπως παλαιότερα και ο σοσιαλισμός- αρχίζει να χάνει το ανθρώπινό της πρόσωπο. Παραφράζοντας μάλιστα τη γνωστή φράση του Ν. Πουλαντζά για το σοσιαλισμό, θα μπορούσα να ισχυριστώ ότι «η Δημοκρατία ή θάναι κοινωνική και ανθρώπινη ή δεν θα διαφέρει σημαντικά από τα άλλα πολιτικά συστήματα».
Η αναβάθμιση της τρομοκρατίας σε «νομιμοποιητική» αιτία πολεμικών επιχειρήσεων, ο διαχωριστικός χαρακτήρας της ιδεολογίας της ασφάλειας, η μετατροπή όλου του κόσμου σε «γενικό αυτόπτη μάρτυρα» των τρομοκρατικών ενεργειών, το μέγα γεγονός (major event) της 11ης Σεπτεμβρίου (με τις παγκόσμιες διαρκείς συνέπειες), η μείωση της ανοχής στο μη-ανεκτικό εχουν μετατρέψει το όραμα της παγκόσμιας ειρήνης σε σιδερόφρακτο εφιάλτη.

Το ορατό Κράτος Δικαίου πολλές φορές συγκαλύπτει το de facto αόρατο Κράτος καταπίεσης και καταστολής και δημιουργεί προϋποθέσεις για «μια αυτονομία της πολιτικής προς ολοκληρωτικούς πειρασμούς».

Δημοκρατία δεν είναι το όνομα που δίνουν σ' ένα πολίτευμα οι ίδιοι οι ασκούντες την εξουσία, γιατί η «αυταρχική δημοκρατία» προκαλεί την πολιτική ανυπακοή των πολιτών στο όνομα της διαφύλαξης των δημοκρατικών αξιών. Η πολιτική ανυπακοή συνοδεύεται άλλωστε πάντοτε από ένα σύστημα αξιών.

2. Ανεξάρτητα από το αν η επιθετικότητα του ανηλίκου τρομάζει, ενώ η από μέρους του απόρριψη των τρεχουσών αξιών της κοινωνίας των ενηλίκων προκαλεί υποψίες για το «ποιόν» της νέας γενιάς, στόχος μας πρέπει να είναι η ενίσχυση των φορέων κοινωνικοποίησης (με την αντίστοιχη απενεργοποίηση των αρνητικών παραγόντων) και όχι ο στιγματισμός και η περιθωριοποίηση του (εν δυνάμειWink εχθρού του συστήματος.

Η (ανήλικη) ηλικία δεν μπορεί να θεμελιώνει ένα ιδιώνυμο τεκμήριο υποψίας ή ενοχής που στρέφεται κυρίως εναντίον ομάδων υψηλής επικινδυνότητας.
Από «μείζων λόγος προστασίας» η ανηλικότητα υποβαθμίστηκε σε χώρο άσκησης πειραμάτων ή ισορροπιών που αφορούν τις συνέπειες της κοινωνικής ανισότητας όπως αυτή μορφοποιείται σε «ηθική παρεκτροπή» ανηλίκων.
Η ανηλικότητα πρέπει να πάψει να είναι «κοινωνικό δημιούργημα και κατασκεύασμα» που άλλοτε χρησιμοποιείται για ν' αναγνωρίσει δικαιώματα και άλλοτε για να στερήσει (σύμφωνα πάντοτε με τα συμφέροντα των ενηλίκων).
Μέσα από το ανοργάνωτο ή οργανωμένο παιχνίδι, ο νέος συχνά
κατάλήγει στην παράβαση, σύμφωνα με δικούς του συμβολισμούς χωρίς όμως θεσμικές και κοινωνικές αναπαραστάσεις εγκλήματος και
τιμωρίας,
Η συμβολική σύγκρουση με την κοινωνία των μεγάλων, η ανάγκη ένταξης σε «ομάδα» στην οποία ο νέος αισθάνεται αποδεκτός, η αίσθηση του «χαμένου», η υιοθέτηση της βίας ως παιχνίδι ανδρικό ή ως εκδήλωση ισχύος, η φυγή και ο κίνδυνος, η ενηλικίωση που περνάει μέσα από τη μετεξέλιξη του παιχνιδιού του δρόμου σε έγκλημα του δρόμου, το παράξενο ντύσιμο, η ιδιόρρυθμη διάλεκτος, η πρόκληση, η καταστροφή των συμβόλων του καταναλωτισμού και η απόρριψη των στερεότυπων του καθωσπρεπισμού, η μίμηση αντι-ηρώων, το «κρυφτό» με τα όργανα της τάξης, αποδεικνύουν ότι η νέα γενιά αισθάνεται παγιδευμένη σε «γραμμές» (ή σε «κουτάκια») των οποίων αγνοεί το νόημα και τους στόχους.
Αυτό το παιχνίδι («ζωής» και πολλές φορές «θανάτου») κι αυτή η
πρόκληση (προς καθετί το παληό ή το ιεραρχικά δομημένο) δεν γνωρίζουμε εξαρχής πώς θα καταλήξει. Αν δηλ. ο ανήλικος κάτω από τις συγκεκριμένες περιστάσεις, θα επωμιστεί το ρόλο του θύτη ή του θύματος. Όλα είναι δυνατά ως προς το ενδεχόμενο αποτέλεσμα. Αυτό όμως που συνιστά την ευθύνη όσων κατανοούν (ή και συγχωρούν) είναι αφενός η ανάπτυξη μιας παιδαγωγικής της πρόληψης και της αλληλεγγύης κι αφετέρου ο μη δικαστικός ή κοινωνικός στιγματισμός, τόσο των δραστών ανηλίκων όσο και των θυμάτων.
Χωρίς κοινωνικό συμβόλαιο και ισορροπία δυνάμεων και συμφερόντων μπορεί πράγματι ν' απονεμηθεί δικαιοσύνη;
Αν η ανοικτή κοινωνία της ανοχής το αντέχει, πρέπει για τις («αξιόποινες») πράξεις των ανηλίκων (δηλαδή στα ατελή εγκλήματα λόγω ηλικίας) να μην επιβάλλει ποινές (όπως και να τις ονομάζει κατ' ευφημισμό) και να μην εγκλείει τους δράστες σε ιδρύματα. Μόνον «εν ελευθερία» μπορούμε να διαπραγματευθούμε με τους νέους ένα καλύτερο πλαίσιο συμβίωσης. Ένα μέρος αυτής της ευθύνης θα αναλάβει το ευρύτερο οικογενειακό περιβάλλον, ένα η κοινότητα (μαζί με το σχολείο) και ένα η Πολιτεία (με θεσμούς στήριξης και αλληλεγγύης), δηλαδή αυτοί οι ίδιοι φορείς που έχουν «περικυκλώσει» τους νέους
3, Έχουμε όλοι συμφωνήσει πως ο θάνατος ενός παιδιού είναι πάντοτε
«ένας φόνος» (αφού κάποιος κάτι παρέλειψε, κάτι. ξέχασε, κάτι άφησε γι' αργότερα). Η εκτέλεση ενός παιδιού με μια αστυνομική σφαίρα συνιστά ένα διπλό θάνατο (όχι μόνο του άτυχου παιδιού αλλά και της εμπιστοσύνης προς τους θεσμούς και τους φορείς που έχουν αναλάβει την προστασία μας). Η δολοφονία των ονείρων, προσδοκιών, ελπίδων μιας ολόκληρης γενιάς, το «σκοτωμένο» μέλλον των παιδιών μας, εισπράττεται -και ορθώς- ως τριπλός θάνατος. Γι' αυτό και. η δυναμική διαμαρτυρία των νέων σηματοδοτούσε και την επίδειξη μιας ομαδικής ταυτότητας ( κατά τα γεγονότα σ όλη την Ελλάδα του Δεκ 0Cool.

Η δικαιοσύνη της κατανόησης, της παιδαγωγικής και της επιείκειας, δεν πρέπει να εφαρμόζει τρομονόμους κατά νέων παιδιών, των οποίων η οργή και ο θυμός και η δυναμική αντίδραση/αντίσταση πήρε ακραίες μορφές εκρήξεων και κοινωνικής απειθαρχίας, αλλά σε καμιά περίπτωση δεν πρέπει ν αντιμετωπιστούν ως «τρομοκράτες» ή «κοινοί και επικίνδυνοι εγκληματίες».

Καθηγητής Εγκληματολογίας
Γιάννης Πανούσης

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου